Ο Γιάννης Γιαννούλης δεν θα σταματήσει ποτέ να μοιράζει τάπες

1984

Ο Γιώργος Αμερικάνος, το ραντεβού με Ψωμιάδη, ο ΠΑΟΚ, οι ατάκες με Ομπράντοβιτς, τα ξενύχτια, ο Μποντιρόγκα, οι γυναίκες, τα αναβολικά, το πρόβλημα υγείας, το ΝΒΑ, ο Ολυμπιακός και οι τρέλες με συμπαίκτες. Ο Γιάννης Γιαννούλης ξετυλίγει το κουβάρι της ζωής του χωρίς να παίζει άμυνα.

Όλα τριγύρω αλλάζουνε κι όλα τα ίδια μένουν, θα έλεγε ο αείμνηστος Νίκος Παπάζογλου αν διάβαζε τη συνέντευξη του Γιάννη Γιαννούλη. Μπορεί να έχουν περάσει πάνω από 25 χρόνια από την πρώτη στιγμή που πάτησε το πόδι του στα παρκέ, μπορεί να έχουν αλλάξει κυβερνήσεις, η κοινωνία ολόκληρη, όμως ο 41χρονος σήμερα Γιαννούλης συνεχίζει να παίζει μπάσκετ στη MENT στη Γ’ Εθνική και έχει την όρεξη έφηβου. Όρεξη όχι μόνο για μπάσκετ, αλλά για δεκάδες άλλα πράγματα τα οποία κάνει παράλληλα (ραδιόφωνο, κανάλι στο youtube, ετοιμάζει ιστοσελίδα και βιβλίο).

Η ζωή του είναι σαν ρόδα που γυρίζει. Κάποιες φορές βρέθηκε στο πάνω μέρος της και στάθηκε τυχερός, άλλες η ρόδα γύρισε και τον έριξε από κάτω. Το ότι έχει καταφέρει να συνεχίσει να κάνει αυτό που αγαπά παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε, ίσως βέβαια και να το οφείλει στο μαχητικό του παρελθόν.

“Γεννήθηκα στο Τορόντο και ήρθαμε όταν ήμουν ακόμη μικρός στην Ελλάδα. Δεν έπαιζα μπάσκετ τότε, μου άρεσε το tae kwon do και ήμουν και πολύ καλός, είχα μαύρη ζώνη. Μετά από ένα καλοκαίρι, στα 14 μου που επέστρεψα στη σχολή, ο δάσκαλος με έδιωξε λέγοντάς μου ότι δεν κάνω πια για το άθλημα. Μου είπε πήγαινε βόλεϊ, τόσο σχετικός ήταν. Κλάμα πολύ εγώ τότε. Με είδε έτσι λοιπόν ο πατέρας μου και μου είπε να ξεκινήσω το μπάσκετ λόγω ύψους”. 

Σοφή η επιλογή του πατέρα. Σίγουρα πιο σοφή από την ιδέα του δασκάλου του Γιαννούλη στο tae kwon do. Πάντως όταν ξεκίνησε το μπάσκετ ο ίδιος, ούτε που φανταζόταν ότι θα γίνει επαγγελματίας. “Όχι ούτε καν. Για το χαβαλέ πήγαινα. Σκέψου το είδωλό μου ήταν ο Bruce Lee. Ήμουν αλλού τότε. Βέβαια χωρίς να προσπαθήσω ιδιαίτερα, μόλις έπιασα μια μπάλα μπάσκετ ήταν σαν να γεννήθηκα με αυτή. Το είχα το ταλέντο χωρίς να το δουλέψω”.

Την εποχή που ο Γιαννούλης άρχισε να ασχολείται εντατικά με το μπάσκετ, όλη η Ελλάδα ζούσε και ανέπνεε για το άθλημα. Ήταν ακόμα έντονα χαραγμένες στο μυαλό οι στιγμές που είχαμε ζήσει με την παρέα των Γκάλη και Γιαννάκη και το Ευρωμπάσκετ του 1987.

Εκείνος που ουσιαστικά ανακάλυψε τον Γιαννούλη όταν έπαιζε στον Φιλαθλητικό Όμιλο Καρδίτσας, την ομάδα της περιοχής όπου ζούσε με τους γονείς του, τον είδε τυχαία ο Γιώργος Αμερικάνος, παλιά δόξα του ελληνικού μπάσκετ και κυπελλούχος Ευρώπης με την ΑΕΚ το 1968.

“Δεν καταλάβαινα τι ακριβώς γινόταν τότε. Με είχε δει ο Γιώργος ο Αμερικάνος και ήθελε να μου βρει ομάδα να με πάει. Εγώ δεν ήξερα ποιος είναι γιατί ασχολιόμουν με το tae kwon do. Ο πατέρας μου τα κανόνιζε όλα. Ο Αμερικάνος μου συστήθηκε και έμαθα μετά ποιος ήταν. Για εμένα αρχικά τότε ήταν απλά κάποιος που ήθελε να με πάει σε ομάδα.

Με πήρε λοιπόν μαζί του στην Αθήνα και πήγαμε σε 5-6 ομάδες να με δοκιμάσουν. Έκανα προπονήσεις με τους Αμπελόκηπους, την Καλλιθέα και άλλες. Με πήγαινε για να δει αν όντως αξίζω. Όλοι με ήθελαν, αλλά εκείνος αφού είδε ότι είμαι όντως καλός, ήθελε να πάω στην ΑΕΚ”.

ΤΟ ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΜΕ ΨΩΜΙΑΔΗ

Τι έγινε όμως τελικά τότε και δεν ντύθηκε ποτέ στα “κιτρινόμαυρα” που τόσο πολύ ήθελε ο Γιώργος Αμερικάνος; “Κάναμε ένα ραντεβού με τον Μάκη Ψωμιάδη, αλλά δεν τα βρήκαμε. Στα σχολεία, στα οικονομικά. Δεν ήθελε ο Ψωμιάδης να δώσει τα 3.500.000 δραχμές που ζητούσε η Καρδίτσα. Τότε πήγαινα Β’ λυκείου. Θυμάμαι μετά άρχιζε ούρλιαζε ο Ψωμιάδης μέσα στο γραφείο, ξέρεις μαγκιές και τέτοια. Εγώ χέστηκα πάνω μου. Και ήμουν και δυο μέτρα εν τω μεταξύ.

 

 

Τον άκουγα να λέει δεν πληρώνω, και πετάχτηκα. Εμένα λέω εγώ ποιος θα με ταΐζει; Άμα είναι να με ταΐζει ο πατέρας μου, να μείνω στην Καρδίτσα. Δεν κρατήθηκα. Μου έριξε και μια τσιμπιά ο πατέρας μου, μου είπε ένα σκάσε ψιθυριστά. Ο Ψωμιάδης δεν ήθελε να πάρω τίποτα. Ήθελε πρώτα να παίξω και μετά”. 

Ό,τι κι αν του είπαν ο Γιάννης Γιαννούλης έκανε το δικό του. Όμως δεν του βγήκε σε κακό γιατί εκείνη ακριβώς η ημέρα είχε κι άλλα να του δώσει:

“Φύγαμε από το ραντεβού το πρωί και σταματήσαμε σε ένα περίπτερο. Πήρε αμέσως ο Αμερικάνος τον Νίκο τον Βεζυρτζή που ήταν στον ΠΑΟΚ και του είπε έχω ένα ταλέντο.

Πριν περίπου 20 χρόνια από τότε ο Αμερικάνος του είχε προτείνει τον Γιαννάκη στον ΠΑΟΚ και δεν τον πήρε

Είχε προτιμήσει τον Νίκο τον Σταυρόπουλο, επομένως αυτή τη φορά για να μην κάνει πάλι λάθος, είπε αμέσως ναι. Με κλειστά τα μάτια συμφώνησε να με πάρει και το ίδιο βράδυ τα βρήκαμε αμέσως και πήγα στον ΠΑΟΚ”.

Η ΖΩΗ ΔΙΠΛΑ ΣΕ ΜΠΑΝΕ, ΣΤΟΓΙΑΚΟΒΙΤΣ, ΙΒΚΟΒΙΤΣ

Μπορεί να μην έγινε ποτέ η μεταγραφή του στην ΑΕΚ κι από τον έναν Δικέφαλο να κατέληξε στον άλλο, όμως πλέον ο Γιάννης Γιαννούλης είχε αρχίσει να σκέφτεται δειλά δειλά την επαγγελματική του καριέρα.

“Ξεκίνησα στο εφηβικό με τον ΠΑΟΚ με τον Μίλαν Μίνιτς προπονητή. Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς με είδε πρώτος και είπε το ΟΚ και με έδωσε τον Μίνιτς να με αναλάβει όλη μέρα. Χειρότερα και από νταντά ήταν, με είχε σκίσει. Με έβαλε να ψηθώ εκεί. Είχε πει ο Βεζυρτζής ότι πρέπει να βγάλουμε μερικούς παίκτες από το εφηβικό και με είχε αναλάβει. Ούτε πενταήμερη πήγα, ούτε εκδρομές. Πάντα προπόνηση. Πήγαινα σχολείο, εφηβικό, μετά προπόνηση με το αντρικό, για να αρχίσω να ψήνομαι. Όλη μέρα στο γήπεδο ήμουν. Χάρη στο Μίνιτς όμως έκανα ό,τι έκανα. Στο σχολείο δεν τα πολυκατάφερνα τότε η αλήθεια είναι. Είχα αλλού το μυαλό μου”.

Μετά από τις σκληρές προπονήσεις και “ψήσιμο” από τον Μίνιτς, έφτασε η ώρα του για την ανδρική ομάδα του ΠΑΟΚ. “Ήμουν 18 χρονών με παικταράδες γύρω μου, όπως ο Πρέλεβιτς, ο Στογιάκοβιτς, ο Γαλακτερός. Ήξερα κι εγώ ότι αξίζω. Στάθηκα και τυχερός γατί είχαμε πάρει τότε και έναν Αμερικανό τον Λεμόν Λάμπλεϊ τότε. Δεν ήταν καλός και έπαιζα εγώ, βρήκα την ευκαιρία που έψαχνα”.

Γίνεται ποτέ να ξεχάσει το πρώτο του επίσημο παιχνίδι με τη φανέλα του ΠΑΟΚ;“Με τη Χαποέλ Ιερουσαλήμ ήταν το ντεμπούτο μου. Είχα παίξει κάτι φιλικά και έκανα αυτό που ήθελε ο προπονητής και οι συμπαίκτες μου. Έπαιζα φουλ άμυνα και στην επίθεση ό,τι μου έδιναν έβαζα. Δεν έπαιρνα προσπάθειες τώρα με Πρέλεβιτς και με Γαλακτερό. Τι να πάρω εγώ; Έκανα αυτό που ήθελε η ομάδα και κατευθείαν μου είπε o κόουτς δεν είσαι παιδί, είσαι άντρας τώρα. Δεν μασούσα και εγώ βλέπεις”.

Πώς τον αντιμετώπιζαν όμως αυτοί οι παίκτες τον μικρό τότε Γιαννούλη;

Τους κουβαλούσα τις τσάντες και τα παπούτσια στις προπονήσεις, αλλά στον αγώνα ήμασταν όλοι ίσοι

Και όσον αφορά το παιχνίδι που δεν θα ξεχάσει ποτέ με τον ΠΑΟΚ, καλά καταλάβατε. Είναι αυτό που όλοι πιστεύαμε, ο τελικός του Κυπέλλου Κυπελλούχων στη Βιτόρια το 1996, όταν η Ταού είχε επικρατήσει με 88-81.

“Αξέχαστο ματς. Ο Μπάνε και ο Στογιάκοβιτς τότε τα πήραν όλα πάνω τους. Εμείς ήμασταν έτοιμοι. Πήγαμε να το κερδίσουμε, αλλά παίζαμε μέσα στην έδρα της Ταού και υπήρχαν πολλά σφυρίγματα, κάναμε έναν παίκτη τον Ραμόν Ρίβας να βάλει 30 πόντους με 18 βολές. Ποτέ δεν είχε 10 πόντους και εκεί μόλις τον ακουμπούσαμε έδιναν βολές. Είχαμε όλοι από πέντε φάουλ. Οι δικοί μας έφαγαν ξύλο, πολύ ξύλο. Και στην κερκίδα και στο γήπεδο μέσα. Μακάρι να το ξαναπαίζαμε σε ουδέτερη έδρα. Τουλάχιστον 20 πόντους θα τους ρίχναμε”.

Ο ΕΡΧΟΜΟΣ ΣΤΟΝ ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟ

Μετά από επτά χρόνια στον ΠΑΟΚ και τα δύο Κύπελλα Ελλάδας (1995,1999), ο Γιάννης Γιαννούλης αποφάσισε να ψάξει αλλού την τύχη του. Δεν ήταν όμως δική του αυτή η απόφαση.

“Δεν ήθελα να φύγω ποτέ από τον ΠΑΟΚ. Ήρθε όμως τότε ένας πρόεδρος ο Μπατατούδης, ο οποίος δεν μας πλήρωνε και μείναμε όλοι ελεύθεροι. Ένα χρόνο έπαιξα τσάμπα, αλλά τι να κάνω; Ο ΠΑΟΚ είχε διαλυθεί. Είχα ρήτρα στο συμβόλαιό μου και ο Παναθηναϊκός την πλήρωσε. Ήμουν ο μοναδικός παίκτης για τον οποίο πλήρωσε τότε.

Μου είπε και η Βαλένθια να πάω, με πολλά λεφτά, αλλά εγώ ήθελα να μείνω στην Ελλάδα. Ελληνικά έμαθα επί δημοτικού, δεν μπορούσα να φύγω. Αποφάσισα να πάω στον Παναθηναϊκό που ήταν στην Ευρωλίγκα”.

Έφυγε από τον ΠΑΟΚ που είχε συνεργαστεί με τρομερούς παίκτες της εποχής και πήγε στον Παναθηναϊκό, όπου βρήκε επίσης τους κορυφαίους. Και φυσικά τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς “Δεν μου είπε κάτι συγκεκριμένο ο Ζοτς. Μου έδωσε το χέρι και μου είπε καλώς ήρθες και θα δουλέψουμε να τα πάρουμε όλα. Ο άνθρωπος ζει όλη μέρα για το μπάσκετ. Δεν είναι τυχαία ο καλύτερος που υπάρχει. Οι παίκτες εντάξει ήταν σούπερ όλοι.

Ο Ομπράντοβιτς έπαιρνε παίκτες για να τελειοποιεί το παζλ του

Μου έλεγε θέλω τρεις δουλειές από εσένα. Να ανοίγεις δρόμο για τον Μποντιρόγκα. Έκανα αυτό, τελείωνε το παιχνίδι, καλύτερος παίκτης έλεγε ο Γιαννούλης. Δεν πήγα εκεί για να το παίξω μάγκας. Μου έλεγε θα αφήνεις ελεύθερα σουτ στον Κουτλουάι, το έκανα”.

ΤΟ ΜΠΑΧΑΛΟ ΜΕ ΤΑ ΑΝΑΒΟΛΙΚΑ

Η πρώτη του χρονιά στον Παναθηναϊκό δεν εξελίχθηκε όπως την περίμενε. Στα μισά της σεζόν βρέθηκε θετικός σε μια απαγορευμένη ουσία και του επιβλήθηκε ποινή 24 μηνών από κάθε διοργάνωση της FIBA. Εκείνος στα 27 του, στην καλύτερη μπασκετική του ηλικία και ξαφνικά βλέπει να χάνεται ότι είχε χτίσει τόσα χρόνια. “Είναι μπέρδεμα μεγάλο. Δεν θέλω να μιλήσω πολύ γι’ αυτό. Θα γράψω βιβλίο και θα τα έχει μέσα όλα μέσα.

Τότε τρελάθηκα. Λέω εδώ με πλήρωναν, δεν πήγαινα προπόνηση και προσπαθούσα να τη σκαπουλάρω γιατί ήμουν λίγο τεμπελάκος, θα έκανα κάτι τέτοιο να πάρω πράγματα; Τελικά όμως με πίστεψαν. Η τιμωρία μου ήταν δύο χρόνια και επειδή κατάλαβαν ότι δεν το έκανα εις γνώσιν μου από 24 μήνες, μου έριξαν την ποινή σε 14 μήνες.

Όποιον και να ρωτούσες τότε απορούσε. Έλεγαν πως σε έναν που δεν ασχολείται με αυτά, σε αυτόν έγινε; Kαι συμπαίκτες και αντίπαλοι κανείς δεν το πίστευε. Ήθελα να συνεχίσω γιατί αγαπάω το μπάσκετ και δεύτερον, δεν έφταιγα εγώ.

Μου βρήκαν ντοπάρισμα της δεκαετίας του ’80. Ήταν γελοίο αυτό το ντόπινγκ που είχα μέσα. Έχουν εξελιχθεί τα πράγματα, θα έπαιρνα μιας δεκαετίας πριν; Θα έπαιρνα καινούργιο αν έπαιρνα μόνος μου. Γι’ αυτό και με πίστεψαν και μου μείωσαν τις τιμωρίες”.

Αυτή η ποινή όμως είχε ως αποτέλεσμα να τον θέσει νοκ άουτ από το Final Four του 2002 στη Μπολόνια, όπου ο Παναθηναϊκός κατέκτησε και το τρόπαιο: “Μου στέρησε τον τελικό της Ευρωλίγκας και ήμουν εγώ που είχα βάλεις τις βολές και περάσαμε στο Final Four. Με πήρε ο Ομπράντοβιτς μαζί του όμως, προπόνηση με την ομάδα σαν να παίζω κανονικά. Θα μπορούσε να με είχε διώξει, αλλά με στήριξε πολύ. Ήξερε τι παιδί έχει. Με μάζευαν από τα μπουζούκια θα έπαιρνα ποτέ ντόπες; Δεν κολλάει”.

Θα μπορούσα πιο εύκολα να πάω μεθυσμένος στην προπόνηση, παρά ντοπαρισμένος

Η περιπέτεια αυτή τον άλλαξε και τον έκανε να δει το μπάσκετ διαφορετικά. Ωστόσο οι ατυχίες τον συνόδευαν για ένα μεγάλο διάστημα. “Είχα μια πρόταση από την Αμερική μετά. Ο Στιβ Γιατζόγλου μου κανόνισε μια οντισιόν για τους Τορόντο Ράπτορς. Πήγα εκεί, έκατσα ένα μήνα στην προετοιμασία της ομάδας. Ενώ υπέγραψα συμβόλαιο δεν μπόρεσαν να με κρατήσουν γιατί είχαν 16 παίκτες και προσπαθούσαν να κόψουν ένα συμβόλαιο ενός τραυματία και να βάλουν εμένα, αλλά δεν το δέχθηκε ο κομισάριος αυτό και το έχασα από ατυχία. Γενικά ήταν μια περίοδος γεμάτη ατυχίες τότε”.

Βέβαια μετά τον ΠΑΟΚ όπου έμεινε τόσα χρόνια, άλλαζε τις ομάδες σαν τα πουκάμισα: “Έπαιζα κάθε χρόνο καλύτερα και έπαιρνα μεταγραφές σε καλύτερες ομάδες. Μετά άλλαξε και το μπάσκετ, δεν υπήρχαν διετή, τριετή συμβόλαια και εγώ ήθελα να ανεβαίνω.  Να πάω να ζήσω κάτι άλλο. Μου άρεσε να αλλάζω παραστάσεις. Μετά τον ΠΑΟΚ, μόνο στον Πανιώνιο έκατσα τρία χρόνια”.

Ποιον παίκτη δεν μπορούσε με τίποτα να αντιμετωπίσει και τον βλέπει ακόμη σε εφιάλτες; “Πολλοί ήταν αυτοί. Αυτός που ότι και να έκανα δεν μπορούσα με τίποτα ήταν ο Ντίνο Ράτζα. Μακράν ο καλύτερος μπασκετμπολίστας που αντιμετώπισα”.

Ωστόσο υπάρχει κι ένας που όπου κι αν πήγαινε μετά θα τον ήθελε δίπλα του συμπαίκτη: “Ο πιο καλός που ήθελα να είμαι μαζί ήταν ο Κλαούντιο Κολντεμπέλα, γιατί μου έδινε την μπάλα ακριβώς εκεί που την ήθελα”.

Ο καλύτερος παίκτης που έχω δει ποτέ στη ζωή μου μετά τον Γκάλη, είναι ο Μποντιρόγκα

Μπορεί να είναι κουμπάρος μου και καλός μου φίλος ο Στογιάκοβιτς, αλλά ήταν καλύτερος ο Ντέγιαν”.

O ΓΙΑΝΝΟΥΛΗΣ ΕΝΤΟΣ ΚΙ ΕΚΤΟΣ ΠΑΡΚΕ

Σήμερα στα 41 του συνεχίζει να παίζει μπάσκετ στη ΜΕΝΤ στη Γ’ Εθνική. Μάλιστα πολλοί συμπαίκτες του θα μπορούσαν να είναι παιδιά του! “Επειδή με έκοψαν τότε πάνω στα καλύτερά μου, έχω το σύνδρομο ότι δεν μπορεί να μου πει κανένας ‘σταμάτα’. Πιο πολύ το κάνω, γιατί δεν μπορώ να γυμναστώ μόνος μου. Εκεί είμαστε παρέα, όλοι Έλληνες δεν είναι σαν το επαγγελματικό.

Καθόμαστε, συζητάμε, τους διορθώνω, τους μιλάω για τη ζωή. Είμαι σαν προπονητής. Ασχολούμαι και με ατομικές προπονήσεις, ατομική βελτίωση. Έχω διάφορα παιδιά εδώ και δύο χρόνια και τους κάνω προπόνηση, τους μαθαίνω πράγματα που δεν μπορούν να κάνουν με τις ομάδες τους”.

Θέλει να γίνει άρα και προπονητής στο μέλλον; Να καθίσει στον πάγκο; “Δεν ξέρω για προπονητής. Πιο πολύ μου αρέσει να είμαι σαν παράγοντας. Να είμαι σε μια ομάδα ανάμεσα στους παίκτες και τη διοίκηση”.

Εκτός παρκέ ο Γιαννούλης είναι όσο δραστήριος είναι και εντός. Έχει κάνει ένα γάμο (με την Έλενα Κόπτη), ήταν για χρόνια σε σχέση με την Μιρέλα Μανιάνι, έχει τρία παιδιά και όπως λέει και ο ίδιος:

Είμαι λίγο μπερμπάντης. Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς τις γυναίκες

Παλιά  μου την έπεφταν θαυμάστριες. Αυτό το έχουν όλοι όσοι είναι αναγνωρίσημοι. Ήμουν σελέμπριτι στον αθλητικό κόσμο. Δεν το πολεμούσα, μου ερχόταν. Ήμασταν πρότυπα, οι εφημερίδες έγραφαν κάθε ημέρα για μας, στις τηλεοράσεις. Ξέρεις πως είναι”.

Και φυσικά έβγαινε, ήταν ανέκαθεν λάτρης της νύχτας και πολλοί προπονητές τα έβρισκαν σκούρα μαζί του “Όλοι οι προπονητές μου έλεγαν ηρέμησε, μαζέψου”.

Με τον Ομπράντοβιτς όμως; Πώς άντεξε; “Όταν πήγα στον Παναθηναϊκό, κλειδώθηκα μέσα. Είπα πρέπει να μαζευτώ τώρα. Η προηγούμενη χρονιά ήταν τραγική, δεν είχαμε διοίκηση στον ΠΑΟΚ, ο κόσμος δεν ερχόταν στον γήπεδο, φεύγανε παίκτες, ήμασταν απλήρωτοι, ήταν όλα ένα χάος. Κι εγώ έβγαινα συνέχεια. Δεν είχαμε έλεγχο, τίποτα. 

Για κανά δυο μήνες όταν πήγα στον Παναθηναϊκό δεν είχα βγει πουθενά. Πήγα μια μέρα στον Ιτούδη, τον οποίο είχα και προπονητή στον ΠΑΟΚ, και του λέω δεν έχω όρεξη για προπόνηση καθόλου. Με ρώτησε τι έχω. Κόουτς του λέω έχω να βγω δυο μήνες.

Ήρθε λοιπόν ο Ομπράντοβιτς και μου λέει πήγαινε μια βόλτα, όταν έχουμε ρεπό δεν τρέχει τίποτα. Και με το που βγήκα ένα βράδυ με φίλους, είχα πάρει και με το ζόρι δυο συμπαίκτες μου μαζί, τον Καλαϊτζή και τον Λάζαρο τον Παπαδόπουλο, ήρεμοι αυτοί, μετά άλλαξα, ήμουν διαφορετικός, είχα κέφι. Έρχεται λοιπόν την άλλη μέρα μπροστά μου ο Ομπράντοβιτς κι εγώ άλλαξα 10 χρώματα. Μου λέει πήγες βόλτα και έστρωσες ε; Αμα δεν έχουμε αγώνα πήγαινε καμιά βόλτα, αλλά μην το παρακάνεις με παρότρυνε. Μου το είπε με τέτοιο τρόπο που με κέρδισε. Άλλαξε και η διάθεσή μου στην προπόνηση. Όταν βγαίνω και περνάω καλά παίζω και καλύτερα”.

Στο εξωτερικό όμως που δεν είχαν τη διασκέδαση της Ελλάδας τι έκανε; “Eκανα λαϊκές βραδιές σπίτι μου. Τους μάθαινα Ρέμο, Καρρά, Πλούταρχο. Μαζευόμασταν κάναμε καραόκε. Ωραία πράγματα”.

Έδινα φραπέ στους ξένους παίκτες και έκαναν δυο μέρες να κοιμηθούν

Κάτι έχει αλλάξει πάνω του όμως τον τελευταίο καιρό. Σαν να έχει περισσότερη ενέργεια να κάνει πράγματα. Το λέει και ο ίδιος. Είναι πιο δραστήριος. Ετοιμάζεται μάλιστα να πάρει και πτυχίο από τα ΤΕΦΑΑ. “Ναι μου μένουν λίγα μαθήματα και μετά θα ορκιστώ, ελπίζω σύντομα. Εκεί να δεις πλάκα. Πήγαινα για μάθημα στην αρχή και όλοι νόμιζαν πως ήμουν ο καθηγητής. Εν τω μεταξύ στο κυλικείο έχει και κάτι φωτογραφίες μου από παλιά και με πήγαιναν εκεί να βγάλουμε φωτογραφίες, έδινα αυτόγραφα στη σχολή και τέτοια”.

Εκτός από το πτυχίο που είναι έτοιμος να πάρει και τη ΜΕΝΤ στην οποία παίζει μπάσκετ, κάνει εκπομπές στον ραδιοφωνικό σταθμό της Θεσσαλονίκης Libero 107.4 κάθε Δευτέρα και Παρασκευή στις 20.00 στην εκπομπή Dueto. “Εκεί κάνω το σχόλιό μου. Έχω τη γνώμη μου. Πάντα μου άρεσε, όταν πήγαινα καλεσμένος. Μου άρεσε αυτό να μιλάς χωρίς να χρειάζεται να στήνεσαι και να φαίνεσαι και φυσικά λέω αυτό που νιώθω και πιστεύω χωρίς να κρύβομαι”.

Παράλληλα ετοιμάζει τη δική του ιστοσελίδα, ενώ γράφει και βιβλίο για τη ζωή του, στο οποίο θα μιλήσει για πρώτη φορά εκτενώς για το μεγάλο πρόβλημα υγείας που αντιμετώπισε.

Είναι μια αναδρομή της ζωής μου αλλά το επίκεντρο θα είναι πως το βίωσα όλο αυτό εγώ. Θα περάσει μηνύματα. Όλο αυτό θα βοηθήσει κόσμο σίγουρα. Δεν είμαι και ο Γκάλης να γράψω την καριέρα μου. Θα έχει μέσα και άσχημες, αλλά και ωραίες ιστορίες που δεν γνωρίζει ο κόσμος, μέσα και έξω από τα παρκέ”.

Για το τέλος κράτησα ίσως την πιο σημαντική ερώτηση και πήρα ίσως την πιο σημαντική απάντηση. Αλλά έτσι είναι ο Γιάννης Γιαννούλης σε περιμένει για μπλοκ εκεί που δεν το φαντάζεσαι. Έχει λοιπόν μετανιώσει για κάτι στη ζωή του;

“Για πάρα πολλά έχω μετανιώσει, σχεδόν όλα. Θα τα έκανα τελείως διαφορετικά πράγματα αν ξαναζούσα από την αρχή τη ζωή μου. Ήταν όλα συγκυρίες. Για παράδειγμα όταν έφυγα από τον ΠΑΟΚ είχα μπροστά μου δύο προτάσεις. Μία του Παναθηναϊκού και μια του Ολυμπιακού, αλλά διάλεξα τον Παναθηναϊκό. Θα μπορούσαν όλα να είναι αλλιώς αν είχα κάνει διαφορετική επιλογή.

Αν γυρνούσα το χρόνο πίσω θα πήγαινα στον Ολυμπιακό

Και γιατί τελικά επέλεξε τον Παναθηναϊκό; “Έλα ντε, δεν ξέρω. Έλεγα θα πάω στον Πρωταθλητή Παναθηναϊκό ή στον Ολυμπιακό για να γίνω πρωταθλητής; Ήταν όμως η κόντρα με τον ΠΑΟΚ, ξέρεις όλα αυτά τα γύρω γύρω που φοβήθηκα να πάω στον Ολυμπιακό…”

 

πηγή: contra.gr